Σάββατο 30 Απριλίου 2011

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ (1959)


ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ (1959)



"ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΕΚΤΟ
ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΝ"


Χρόνους πολλούς μετά την Αμαρτία που την είπανε Αρετή μέσα
στις εκκλησίες και την ευλόγησαν. Λείψανα παλιών άστρων και γω-
νιές αραχνιασμένες τ’ ουρανού σαρώνοντας η καταιγίδα που θα γεν-
νήσει ο νους του ανθρώπου. Και των αρχαίων Κυβερνητών τα έργα
πληρώνοντας η Χτίσις, θα φρίξει. Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και
το σανίδωμα θα υποχωρήσει από την πίεση τη μεγάλη του ήλιου.
Που πρώτα θα κρατήσει τις αχτίδες του, σημάδι ότι καιρός να λάβου-
νε τα όνειρα εκδίκηση. Και μετά θα μιλήσει, να πει: εξόριστε Ποιη-
τή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;
—Βλέπω τα έθνη, άλλοτες αλαζονικά, παραδομένα στη σφήκα και
στο ξινόχορτο.
—Βλέπω τα πελέκια στον αέρα σκίζοντας προτομές Αυτοκρατόρων
και Στρατηγών.
—Βλέπω τους εμπόρους να εισπράττουν σκύβοντας το κέρδος των
δικών τους πτωμάτων.
—Βλέπω την αλληλουχία των κρυφών νοημάτων.

Χρόνους πολλούς μετά την Αμαρτία που την είπανε Αρετή μέσα
στις εκκλησίες και την ευλόγησαν. Αλλά πριν, ιδού, θα γίνουν οι
ωραίοι που ναρκισσεύτηκαν στις τριόδους Φίλιπποι και Ροβέρτοι.
Θα φορέσουν ανάποδα το δαχτυλίδι τους, και με καρφί θα χτενίσουνε
το μαλλί τους, και με νεκροκεφαλές θα στολίσουνε το στήθος τους,
για να δελεάσουν τα γύναια. Και τα γύναια θα καταπλαγούν και θα
στέρξουν. Για να έβγει αληθινός ο λόγος, ότι σιμά η μέρα όπου το
κάλλος θα παραδοθεί στις μύγες της Αγοράς. Και θα αγαναχτήσει το
κορμί της πόρνης μην έχοντας άλλο τι να ζηλέψει. Και θα γίνει κα-
τήγορος η πόρνη σοφών και μεγιστάνων, το σπέρμα που υπηρέτησε
πιστά, σε μαρτυρία φέρνοντας. Και θα τινάξει πάνουθέ της την κατά-
ρα, κατά την Ανατολή το χέρι τεντώνοντας και φωνάζοντας: εξόρι-
στε Ποιητή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;
—Βλέπω τα χρώματα του Υμηττού στη βάση την ιερή του Νέου Α-
στικού μας Κώδικα.
—Βλέπω τη μικρή Μυρτώ, την πόρνη από τη Σίκινο, στημένη πέτρι-
νο άγαλμα στην πλατεία της Αγοράς με τις Κρήνες και τα ορθά
Λεοντάρια.
—Βλέπω τους έφηβους και βλέπω τα κορίτσια στην ετήσια Κλήρω-
ση των Ζευγαριών.
—Βλέπω ψηλά, μες στους αιθέρες, το Ερέχθειο των Πουλιών.

Λείψανα παλιών άστρων και γωνιές αραχνιασμένες τ’ ουρανού σαρώ-
νοντας η καταιγίδα που θα γεννήσει ο νους του ανθρώπου. Αλλά πριν,
ιδού, θα περάσουν γενεές το αλέτρι τους πάνω στη στέρφα γης. Και
κρυφά θα μετρήσουν την ανθρώπινη πραμάτεια τους οι Κυβερνήτες,
κηρύσσοντας πολέμους. Όπου θα χορτασθούνε ο Χωροφύλακας και ο
Στρατοδίκης. Αφήνοντας το χρυσάφι στους αφανείς, να εισπράξουν
αυτοί τον μιστό της ύβρης και του μαρτυρίου. Και μεγάλα πλοία θ’ ανε-
βάσουν σημαίες, εμβατήρια θα πάρουν τους δρόμους, οι εξώστες να ρά-
νουν με άνθη τον Νικητή. Που θα ζει στην οσμή των πτωμάτων. Και του
λάκκου σιμά του το στόμα, το σκοτάδι θ’ ανοίγει στα μέτρα του, κρά-
ζοντας: εξόριστε Ποιητή, στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;
—Βλέπω τους Στρατοδίκες να καίνε σαν κεριά, στο μεγάλο τραπέζι
της Αναστάσεως.
—Βλέπω τους Χωροφυλάκους να προσφέρουν το αίμα τους, θυσία
στην καθαρότητα των ουρανών.
—Βλέπω τη διαρκή επανάσταση φυτών και λουλουδιών.
—Βλέπω τις κανονιοφόρους του Έρωτα.

Και των αρχαίων Κυβερνητών τα έργα πληρώνοντας η Χτίσις, θα φρί-
ξει. Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και το σανίδωμα θα υποχωρήσει από
την πίεση τη μεγάλη του ήλιου. Αλλά πριν, ιδού, θα στενάξουν οι
νέοι, και το αίμα τους αναίτια θα γεράσει. Κουρεμένοι κατάδικοι θα
χτυπήσουν την καραβάνα τους πάνω στα κάγκελα. Και θα αδειάσουν
όλα τα εργοστάσια, και μετά πάλι με την επίταξη θα γεμίσουν, για να
βγάλουνε όνειρα συντηρημένα σε κουτιά μυριάδες, και χιλιάδων λο-
γιών εμφιαλωμένη φύση. Και θα ’ρθουνε χρόνια χλωμά και αδύναμα
μέσα στη γάζα. Και θα ’χει καθένας τα λίγα γραμμάρια της ευτυχίας.
Και θα ’ναι τα πράγματα μέσα του κιόλας ωραία ερείπια. Τότε, μην
έχοντας άλλη εξορία, πού να θρηνήσει ο Ποιητής, την υγεία της κα-
ταιγίδας από τ’ ανοιχτά στήθη του αδειάζοντας, θα γυρίσει για να στα-
θεί στα ωραία μέσα ερείπια. Και τον πρώτο λόγο του ο στερνός των
ανθρώπων θα πει, ν’ αψηλώσουν τα χόρτα, η γυναίκα στο πλάι του σαν
αχτίδα του ήλιου να βγει. Και πάλι θα λατρέψει τη γυναίκα και θα την
πλαγιάσει πάνου στα χόρτα καθώς που ετάχθη. Και θα λάβουνε τα
όνειρα εκδίκηση, και θα σπείρουνε γενεές στους αιώνες των αιώνων!



"Προφητικόν"
Απαγγελία: Μάνος Κατράκης


------------------------------------------------------------------------------

"Γένεσις"

ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ αλήθεια που ήμουνα Ο πολλούς αιώνες πριν
Ο ακόμη χλωρός μες στη φωτιά Ο Αχειροποίητος
με το δάχτυλο έσυρε τις μακρινές γραμμές
ανεβαίνοντας κάποτε ψηλά με οξύτητα
και φορές πιο χαμηλά οι καμπύλες απαλές
μία μέσα στην άλλη
στεριές μεγάλες που ένιωσα
να μυρίζουνε χώμα όπως η νόηση

Τόσο ήταν αλήθεια
που πιστά μ’ ακολούθησε το χώμα
έγινε σε μεριές κρυφές πιο κόκκινο
και αλλού με πολλές μικρές πευκοβελόνες
Ύστερα πιο νωχελικά
οι λόφοι οι κατωφέρειες
άλλοτε και το χέρι αργό σε ανάπαυση
τα λαγκάδια οι κάμποι
κι άξαφνα πάλι βράχοι άγριοι και γυμνοί
δυνατές πολύ παρορμήσεις
Μια στιγμή που εστάθηκε να στοχαστεί
κάτι δύσκολο ή κάτι το υψηλό:
ο Όλυμπος, ο Ταΰγετος
"Κάτι που να σου σταθεί βοηθός
και αφού πεθάνεις" είπε
Και στις πέτρες μέσα τράβηξε κλωστές
κι απ’ τα σπλάχνα της γης ανέβασε σχιστόλιθο
ένα γύρο σ’ όλη την πλαγιά τα πλατιά στερέωσε σκαλοπάτια
Εκεί μόνος απίθωσε
κρήνες λευκές μαρμάρινες
μύλους ανέμων
τρούλους ρόδινους μικρούς
και ψηλούς διάτρητους περιστεριώνες
Αρετή με τις τέσσερεις ορθές γωνίες
Κι επειδή συλλογίστηκεν
ωραία που είναι στην αγκαλιά ο ένας του άλλου
γέμισαν έρωτα οι μεγάλες γούρνες
αγαθά σκύψανε τα ζώα μοσκάρια και αγελάδες
σαν να μην ήτανε στον κόσμο πειρασμός κανένας
και να μην είχαν γίνει ακόμη τα μαχαίρια
"Η ειρήνη θέλει δύναμη να την αντέξεις" είπε
και στροφή γύρω του κάνοντας μ’ ανοιχτές παλάμες έσπειρε
φλόμους κρόκους καμπανούλες
όλων των ειδών της γης τ’ αστέρια

τρυπημένα στο ένα φύλλο τους για σημείο καταγωγής
και υπεροχή και δύναμη

ΑΥΤΟΣ
ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!

ΑΛΛΑ ΠΡΙΝ ακούσω αγέρα ή μουσική
που κινούσα σε ξάγναντο να βγω

(μιαν απέραντη κόκκινη άμμο ανέβαινα
με τη φτέρνα μου σβήνοντας την Ιστορία)
πάλευα τα σεντόνια Ήταν αυτό που γύρευα
και αθώο και ριγηλό σαν αμπελώνας
και βαθύ και αχάραγο σαν η άλλη όψη τ’ ουρανού
Κάτι λίγο ψυχής μέσα στην άργιλο

Τότε είπε και γεννήθηκεν η θάλασσα
Και είδα και θαύμασα
Και στη μέση της έσπειρε κόσμους μικρούς κατ’ εικόνα
και ομοίωσή μου:

Ίπποι πέτρινοι με τη χαίτη ορθή
και γαλήνιοι αμφορείς
και λοξές δελφινιών ράχες
η Ίος η Σίκινος η Σέριφος η Mήλος
"Κάθε λέξη κι από ’να χελιδόνι
για να σου φέρνει την άνοιξη μέσα στο θέρος" είπε
"Και πολλά τα λιόδεντρα
που να κρησάρουν στα χέρια τους το φως
κι ελαφρό ν’ απλώνεται στον ύπνο σου
και πολλά τα τζιτζίκια
που να μην τα νιώθεις
όπως δε νιώθεις το σφυγμό στο χέρι σου
αλλά λίγο το νερό
για να το ’χεις Θεό και να κατέχεις τι σημαίνει ο λόγος του
και το δέντρο μονάχο του
χωρίς κοπάδι
για να το κάνεις φίλο σου
και να γνωρίζεις τ’ ακριβό του τ’ όνομα
φτενό στα πόδια σου το χώμα
για να μην έχεις πού ν’ απλώσεις ρίζα
και να τραβάς του βάθους ολοένα
και πλατύς επάνου ο ουρανός
για να διαβάζεις μόνος σου την απεραντοσύνη"

ΑΥΤΟΣ
ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!

Για να δείτε μια οπτικοποιημένη παρουσίαση του αποσπάσματος και απαγγελία
από τον Γρηγόρη Βαλτινό (μια παραγωγή της Εκπαιδευτικής Τηλεόρασης) πατήστε ΕΔΩ.

"Τα πάθη"
Για να δείτε μια οπτικοποιημένη παρουσίαση του αποσπάσματος και απαγγελία
από τον Γρηγόρη Βαλτινό (μια παραγωγή της Εκπαιδευτικής Τηλεόρασης) πατήστε ΕΔΩ.

"Το δοξαστικόν"
Για να δείτε μια οπτικοποιημένη παρουσίαση του αποσπάσματος και απαγγελία
από τον Γρηγόρη Βαλτινό (μια παραγωγή της Εκπαιδευτικής Τηλεόρασης) πατήστε ΕΔΩ.


Επιμέλεια ιστοσελίδας: Φιλοθέη Κολίτση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου